canastilla - ορισμός. Τι είναι το canastilla
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι canastilla - ορισμός


canastilla      
sust. fem.
1) Cestilla de mimbres en que se tienen objetos menudos de uso domésticu.
2) Ropa que se previene para la novia o el niño que ha de nacer.
3) Regalo que se solía dar a las damas de palacio cuando iban a ver alguna función pública.
4) Agasajo de dulces y chocolate que se daba a los Consejos cuando asistían a las diversiones públicas.
canastilla      
Sinónimos
sustantivo
canastilla      
canastilla (dim. de "canasta")
1 f. *Cesto pequeño o delicadamente trabajado: "La canastilla de la costura".
2 Equipo de ropa para un niño recién nacido.
3 Regalo de dulces que se hacía a las damas de palacio o a los miembros de los Consejos, que asistían a los toros u otra *fiesta pública.
4 (Cuba, Méj.) *Baca de un automóvil.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για canastilla
1. Bienvenidos sean esos 2.500 euros, pero sirven para la canastilla del bebé y poco más.
2. JOSEP ANTONI DURAN (CiU) "2.500 euros dan para la canastilla" 1.
Τι είναι canastilla - ορισμός